«Η ΠΟΛΗ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ»

Η πόλη των φαντασμάτων

Του Στράτου Κερσανίδη

Η Θεσσαλονίκη είναι δύο πόλεις ή και περισσότερες σε μία. Πόλη με βαθιά Ιστορία στο χρόνο, σταυροδρόμι και χωνευτήρι, η οποία παρά τις στρεβλώσεις και τις προσπάθειες να αποκαθαρθεί από το παρελθόν και να δοθεί άσπιλη κι αμόλυντη, βορά στο εθνικό αφήγημα, αντιστέκεται και διεκδικεί τα φαντάσματά της.

Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, εξοντώθηκε ολοκληρωτικά από τους ναζί η μεγάλη εβραϊκή κοινότητα της πόλης. Περίπου 46.000 Εβραίοι μεταφέρθηκαν με τα τρένα του θανάτου στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και θανατώθηκαν. Αριθμός που αντιστοιχεί στο 96% του εβραϊκού πληθυσμού.

Το ιστορικό γεγονός της εξόντωσης των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, ήταν η σπίθα η οποία πυροδότησε την έμπνευση του Χρήστου Πασσαλή και του Σύλλα Τζουμέρκα για τη δημιουργία της ταινίας «Η πόλη και η πόλη». Το πογκρόμ στη συνοικία Κάμπελ από τους Έλληνες φασίστες της ΕΕΕ (Εθνική Ένωσις Ελλάς) το 1931, το μπλόκο της Επανομής τον Αύγουστο του 1944 όταν οι ναζί συνέλαβαν 273 άνδρες και τους μετέφεραν με τα πόδια (!) στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά, η συγκέντρωση και ο εξευτελισμός των Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας τον Ιούλιο του 1942 αποτελούν το βασικό καμβά επάνω στον οποίο μπλέκονται τα 6 επεισόδια με τα οποία οι δύο σκηνοθέτες πλέκουν την αφήγησή τους. Και γι’ αυτό έχουν επιλέξει μια υβριδική μορφή παρουσίασης της ιστορίας τους στην οποία το ντοκιμαντέρ και η μυθοπλασία αλληλλο-αφομοιώνονται δημιουργώντας μια ταινία στην οποία τα όρια μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας δεν είναι απλώς δυσδιάκριτα αλλά, σχεδόν, καταργούνται. Επιβεβαιώνοντας έτσι με σαφήνεια πως ο κινηματογράφος είναι ένας και ως τέτοιος πρέπει να αντιμετωπίζεται.

Μέσα από συγκλονιστικές εικόνες, οι οποίες είναι σκληρές και ωμές, ο Τζουμέρκας και ο Πασσαλής, δείχνουν αποφασισμένοι να αναδείξουν τη βαρβαρότητα του ναζισμού και του φασισμού. Και το καταφέρνουν. Τα όσα βλέπουμε αποτελούν γροθιά στο στομάχι η οποία γίνεται ακόμη πιο δυνατή καθώς αναδεικνύεται έντονα το στοιχείο της τεκμηρίωσης και όλοι αντιλαμβάνονται πως, δυστυχώς, όλα αυτά συνέβησαν στ’ αλήθεια και δεν αποτελούν αποκυήματα της φαντασίας κανενός σκηνοθέτη. Αλλά ήταν οργανωμένο και εφαρμοσμένο σχέδιο εξόντωσης ανθρώπων!

Οι σκηνοθέτες δεν ακολουθούν το κλασικό τρόπο κινηματογράφησης αλλά έχουν επιλέξει τη μη γραμμική αφήγηση. Τα διάφορα επεισόδια, κομματιάζονται και συνδέονται στη συνέχεια ολοκληρώνοντας τον κύκλο τους στο φινάλε. Επίσης καταργούν το χρόνο. Θεωρώ ως ιδιαίτερα ευφυή την ιδέα να τοποθετηθούν σκηνές οι οποίες περιγράφουν το παρελθόν, στο σύγχρονο τοπίο της πόλης. Με τον τρόπο αυτό υπογραμμίζονται τα γεγονότα και οι χώροι, η ταινία λειτουργεί ως αφύπνιση και υπενθύμιση της μνήμης. Εκείνης της μνήμης την οποία οφείλουμε να διαφυλάξουμε ως πολύτιμο μάθημα Ιστορίας αποδίδοντας στην Ιστορία τη διαχρονικότητά της. Να διαφυλάξουμε τη μνήμη από την αμνησία και να θυμηθούμε πως οι κατακτητές δεν έδρασαν μόνοι τους αλλά με την αρωγή Ελλήνων δωσιλόγων οι οποίοι είχαν σημαντική συμμετοχή στα εγκλήματα που διαπράχτηκαν. Κι αυτό θίγεται στην ταινία. 

Πώς να μη συγκλονιστεί κανείς βλέποντας τις σκηνές του δημόσιου εξευτελισμού των Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας η οποία γυρίστηκε μέσα στην πλατεία όπως αυτή είναι σήμερα. Δηλαδή έναν χώρο τον οποίο ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνος Ζέρβας, επέλεξε να μετατρέψει σε πάρκινγκ! Ανατρέποντας έτσι απόφαση της προηγούμενης διοίκησης του Γιάννη Μπουτάρη, η οποία είχε δρομολογήσει τη δημιουργία πλατείας Μνήμης του Ολοκαυτώματος προς τιμήν των Εβραίων συμπολιτών μας που χάθηκαν στα κρεματόρια!

Όλα αυτά τα στιγμιότυπα της Ιστορίας τοποθετημένα στους χώρους του σήμερα δίνουν ζωή στα φαντάσματα που κυκλοφορούν στους δρόμους και ίσως, κάποτε, βοηθήσουν ώστε η πόλη να αναμετρηθεί και να συμφιλιωθεί με το παρελθόν της. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει οι πολίτες να μάθουν χωρίς ψέματα και αποσιωπήσεις.

Ιδιαίτερα χρήσιμες είναι οι πληροφορίες οι οποίες δίνονται σε ενδιάμεσες βινιέτες της ταινίας. Έτσι οι θεατές μαθαίνουν πως το 1943 ιδρύθηκε η Υπηρεσία Διαχείρισης Ισραηλιτικών Περιουσιών. Πως 12.000 οικίες και 2.300 καταστήματα δόθηκαν κυρίως σε δημοσιογράφους, εργολάβους, επιχειρηματίες και διάφορα ιδρύματα. Πως το 1959 έγιναν 600 αγωγές για επιστροφές περιουσιών από συγγενείς των θυμάτων. Οι αγωγές απορρίφθηκαν με τη δικαιολογία πως οι περιουσίες «εγκαταλείφθηκαν» από τους ιδιοκτήτες τους και επειδή «δεν εκδόθηκαν τα απαραίτητα πιστοποιητικά θανάτου» …από το Άουσβιτς, το Νταχάου και τα υπόλοιπα στρατόπεδα!!! Ιδού, λοιπόν, και ο ρόλος της Δικαιοσύνης η οποία δεν είναι απλώς τυφλή… αλλά θεότυφλη!

Θεωρώ πως η ταινία «Η πόλη και η πόλη» ξύνει πληγές και πολύ καλά κάνει, αναδεικνύει τα γεγονότα και τη βαρβαρότητα του φασισμού-ναζισμού και επί πλέον, το κάνει, με έναν εμπνευσμένο καλλιτεχνικό τρόπο.

Διάβασα πως υπήρξα αντιδράσεις από κάποιους ανθρώπους αναφορικά με την ταινία και στ’ αλήθεια δεν κατάλαβα το λόγο. Η ταινία βασίζεται στα ιστορικά γεγονότα αλλά ταυτόχρονα, τα γεγονότα αυτά αποτελούν και έμπνευση για τους σκηνοθέτες. Δεν κακοποιεί, δε δίνει συγχωροχάρτια, δεν υποκρύπτει, δεν ωραιοποιεί. Αν οι κατηγορίες αφορούν τη συμμετοχή στην παραγωγή του Ελληνογερμανικού Ταμείου για το Μέλλον και τον αμφισβητούμενο ρόλο του, μπορούμε να το συζητήσουμε αλλά αυτό δεν αναιρεί την αξία της ίδιας της ταινίας ως πολιτιστικό προϊόν. Ακόμη κι αν το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών χρησιμοποιεί το Ταμείο για να αποφύγει την καταβολή των οφειλόμενων αποζημιώσεων προς τη χώρα μας, η ταινία δεν παύει να λειτουργεί αυτόνομα και ως τέτοια, σέβεται την Ιστορία και δε δικαιώνει σε κανένα σημείο τους αρνητές και τους αναθεωρητές της. Επίσης θα ήθελα να σημειώσω πως η ταινία έγινε με την υποστήριξη ΚΑΙ του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, το οποίο είναι ίδρυμα που ανήκει στο κόμμα Αριστερά (Die Linke) της Γερμανίας. Ο ρόλος του οποίου δε πιστεύω πως μπορεί να θεωρηθεί ύποπτος.         

Σχολιάστε

Δεν υπάρχουν σχόλια.

Comments RSS TrackBack Identifier URI

Σχολιάστε