«ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ»

(από την ΕΠΟΧΗ 18-29/1/2023)

Κάποτε στη Νάπολη

Λένε πως πατρίδα είναι η παιδική μας ηλικία. Όλα όσα μας διαμόρφωσαν και μας συντρόφευσαν μέχρι την ενηλικίωση. Και κυρίως οι άνθρωποι που συμβαδίσαμε εκείνα τα χρόνια της αθωότητας και των συγκλονιστικών εσωτερικών αλλαγών καθώς όλα γύρω μας θαρρείς πως μας πίεζαν να μεγαλώσουμε μια ώρα αρχύτερα. Κι όταν τα χρόνια περάσουν πάντοτε αποζητούμε την επιστροφή στην «πατρίδα» για να συναντήσουμε τις μνήμες και να αναζητήσουμε τα κομμάτια του παζλ που δεν μπήκαν ποτέ στη θέση τους.

Ο Μάριο Μαρτόνε με τη «Νοσταλγία» (Nostalgia) μεταφέρει στον κινηματογράφο το ομότιτλο βιβλίο του Ερμάνο Ρέα που κυκλοφόρησε το 2016. Ο ήρωάς του ο Φελίτσε είναι ένας μεσήλικας που επιστρέφει μετά από 40 χρόνια στη γενέτειρά του τη Νάπολη. Κάποτε, στην εφηβική ηλικία είχε φύγει για να δουλέψει κοντά σε έναν θείο του στη Βηρυτό και στη συνέχεια κατέληξε στο Κάϊρο. Εκεί πλέον εργάζεται και ζει με τη γυναίκα του. Η επιστροφή του θα τον οδηγήσει στα παλιά λημέρια, στη γειτονιά και το σπίτι του. Όμως η γριά μητέρα του, που η υγείας της είναι εύθραυστη δεν κατοικεί πλέον εκεί αλλά έχει μετακομίσει σε ένα άλλο διαμέρισμα. Ωθούμενος από τη δύναμη της νοσταλγίας ο Φελίτσε θα αρχίσει να αναζητά εικόνες από το παρελθόν και ιδίως τον παλιό του φίλο, «αδελφό» του όπως τον αποκαλεί, τον Ορέστε.

Στο μεταξύ στην πόλη μπορεί πολλά να έχουν αλλάξει αλλά και πολλά έμειναν ίδια. Όπως η δράση της Κομόρα που συνεχίζεται σα να μην πέρασε μια μέρα. Μάλιστα ο ιερέας της περιοχής μαζί με το φιλανθρωπικό έργο που προσφέρει σε παιδιά, έχει αναδειχθεί και σε πολέμιο της εγκληματικής δράσης της Μαφίας. Όταν θα πεθάνει η μητέρα του ο Φελίτσε θα πάρει τη μεγάλη απόφαση να αγοράσει σπίτι και να επιστρέψει στη Νάπολη. Την ίδια ώρα νιώθει τη μεγάλη επιθυμία να ξαναβρεί τον φίλο του. Όμως ένας παλιός φίλος της μητέρας της και ο ιερέας τον συμβουλεύουν να μην το κάνει γιατί ο Ορέστε ως αρχηγός μια αδίστακτης Οικογένειας είναι μπλεγμένος με μια σειρά από εγκληματικές πράξεις και τον θεωρούν επικίνδυνο. Μάλιστα, όπως του αποκαλύπτει ο ιερέας είναι για τον Ορέστε ο πρώτος του εχθρός. Εκείνος όμως επιμένει καθώς θεωρεί πως δεν κινδυνεύει. Όπως μαθαίνουμε στη συνέχεια, εκτός από τη νοσταλγία υπάρχει ακόμη κάτι πολύ σοβαρό που συνδέει τους δύο φίλους, ένα περιστατικό που συνέβη πριν από 40 χρόνια. Ένα μυστικό που ο Φελίτσε το κουβαλά βάρος στη συνείδησή του και θέλει να λυτρωθεί. Έτσι ο 55χρονος άνδρας, με τη βοήθεια του ιερέα που προσπαθεί να δημιουργήσει μια ασπίδα προστασίας γύρω του, θα καταφέρει να συναντήσει τον Ορέστε. Ο Φελίτσε του λέει πως σκοπεύει να παραμείνει στη Νάπολη αλλά ο Ορέστε τον συμβουλεύει να επιστρέψει στο Κάϊρο. Αλλά ο Φελίτσε έχει ήδη αγοράσει σπίτι και έχει δρομολογήσει την άφιξη της γυναίκας του. Από τη στιγμή εκείνη και μετά ο χρόνος αρχίζει να μετράει αντίστροφα.

Στην ταινία κυριαρχεί η πληθωρική παρουσία του Πιερφρανσέσκο Φαβίνο, η ερμηνεία του οποίου είναι καταλυτική. Με βλέμμα που δείχνει αγωνία, νοσταλγία, αναζήτηση και θλίψη, ο Φαβίνο περιφέρεται στους επικίνδυνους, όπως αποδεικνύεται, δρόμους της Νάπολης αναζητώντας τις ευτυχισμένες μέρες των παιδικών του χρόνων. Ο Μάριο Μαρτόνε εκμεταλλεύεται στο έπακρο την παρουσία του και μέσα από τη δύναμη του βλέμματός του οδηγεί εκ του ασφαλούς το θεατή στην κλιμάκωση της δράσης. Ο σκηνοθέτης κρατάει καλά φυλαγμένο το μυστικό του Φελίτσε και όσο η ταινία προχωρά όλο και περισσότερο αυξάνουν τα ερωτήματα. Κι όταν αυτό αποκαλύπτεται δημιουργεί έκπληξη και ταυτόχρονα εξηγεί πολλά από τα όσα έχουμε δει ως εκείνη τη στιγμή. Όπως το γιατί έφυγε στα 15 του χρόνια από τη Νάπολη. Χρησιμοποιώντας πολύ σωστά τα χρώματα στη φωτογραφία, μετατρέπει τα γήινα του παρόντος σε χρωματιστά και φωτεινά του παρελθόντος καθώς το παρόν εναλλάσσεται με το παρελθόν. Επίσης με ιδιαίτερη ζωντάνια αποτυπώνονται οι δρόμοι της Νάπολης, οι θόρυβοι και τα στενά σοκάκια όπου κινούνται οι ήρωες μας με έναν αδιόρατο κίνδυνο να ελλοχεύει διαρκώς. Ο Μαρτόνε επιχειρεί να αναδείξει τα προβλήματα που δημιουργεί η δράση της Μαφίας σε περιοχές της Κάτω Ιταλίας και τις δυσκολίες που έχει το ιταλικό κράτος για να την αντιμετωπίσει. Πρόκειται για ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα καθώς η εγκληματική οργάνωση έχει καταφέρει να ριζώσει μέσα στην κοινωνία γι’ αυτό και η καταπολέμησή της γίνεται ακόμη πιο δύσκολη.

Το κοινωνικό δράμα του Μάριο Μαρτόνε είναι η «πιο ικανοποιητική ταινία των τελευταίων ετών» για τον ιταλό σκηνοθέτη σύμφωνα με τον Γκάι Λοτζ, κριτικό στο Βαριάετι. Μόνο που η επιτυχημένη σκηνοθεσία δεν μπορεί να κρύψει τα σεναριακά κενά, ιδίως όσον αφορά τους χαρακτήρες τις ενέργειες και τα κίνητρά τους. Έτσι μια ικανοποιητική ταινία σε γενικές γραμμές αδυνατεί να γίνει ακόμη καλύτερη ενώ έχει τις δυνατότητες για κάτι τέτοιο. 

                                                                                Στράτος Κερσανίδης

ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

«Η χώρα του Θεού» (Godland) του Χλίνουρ Πάλμασον: Ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους ευρωπαίους σκηνοθέτες, ο 38χρονος ισλανδός Χίλμουρ Πάλμασον, με την τρίτου μεγάλου μήκους ταινία -έχει στο ενεργητικό του και τρεις μικρού μήκους- επιβεβαιώνει τη φήμη του.

Η ταινία μας μεταφέρει στην Ισλανδία στα τέλη του 19ου αιώνα, σε μια εποχή που το νησί ανήκε διοικητικά στη Δανία. Σε μια απομακρυσμένη περιοχή φθάνει ο Λούκας, ένας δανός ιερέας για να χτιστεί μια εκκλησία και να φωτογραφήσει την περιοχή και τους κατοίκους. Η συνάντησή του με τον οδηγό του τον Ράγκναρ, έναν Ισλανδό που δεν πολυσυμπαθεί του Δανούς και η πορεία προς τον προορισμό τους θα έχει άσχημη εξέλιξη καθώς θα σκοτωθεί ο μεταφραστής του Λούκας. Όταν τελικά η ομάδα φτάσει στον προορισμό του ένας άνδρας, ο Καρλ και οι κόρες του Άννα και Ίντα θα τον φροντίσουν. Ο ιερέας συνέρχεται και ξεκινάει το χτίσιμο της εκκλησίας ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να νιώθει έντονη έλξη για την Άννα. Η κατάσταση αρχίζει να περιπλέκεται και οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και με δραματικά αποτελέσματα. Ταινία-ταξίδι σε μια μακρινή κι απόκοσμη περιοχή και ταυτόχρονα ένα υπαρξιακό ταξίδι του Λούκας ο οποίος έρχεται αντιμέτωπος με πρωτόγνωρες γι’ αυτό καταστάσεις και συναισθήματα. Οι βεβαιότητες καταρρέουν κι ο δανός ιερέας βλέπει τις βεβαιότητές του να καταρρέουν. Ο Πάλμασον στοχάζεται πάνω σε ζητήματα όπως η πίστη και η ανθρώπινη φύση, η ζωή κι θάνατος. Οι λεπτές αυτές ισορροπίες επάνω στις οποίες βαδίζει ο άνθρωπος αναζητώντας κάτι που πολλές φορές αδυνατεί κι ο ίδιος να προσδιορίσει. Μια σημαντική ταινία που προσεγγίζει με πρωτοτυπία θέματα που απασχολούν τον άνθρωπο που φαίνεται πως πετυχαίνει το στόχο της. 

Η επίσημη πρεμιέρα της έγινε στις Κάννες στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα ενώ βραβεύτηκε στα φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν και του Σικάγου.  

«Joyland» του Σαΐμ Σαντίκ: Ένα κουίρ (queer) δράμα από το Πακιστάν που αποτελεί και την επίσημη υποβολή της χώρας για το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας.

Η ευτυχισμένη πατριαρχική -οπωσδήποτε- οικογένεια Ράνα ονειρεύεται με λαχτάρα τη γέννηση ενός αγοριού. Όμως ο νεότερος από τους άνδρες της οικογένειας πιάνει δουλειά σε ένα ερωτικό χοροθέατρο κι εκεί ερωτεύεται μια δυναμική και φιλόδοξη τρανς στάρλετ. Τελικά η απαγορευμένη ιστορία αγάπης τους φωτίζει σιγά σιγά την επιθυμία ολόκληρης της οικογένειας για σεξουαλική επανάσταση.

Η ταινία απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα για Κουίρ Ταινία στο Φεστιβάλ των Κανών και βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας.

«Εκτός ελέγχου» (Plane) του Ζαν Φρανσουά Ρισέτ: Ένας πιλότος θα βρεθεί στη δίνη μιας εμπόλεμης ζώνης όταν εξαιτίας μιας καταιγίδας θα κάνει αναγκαστική προσγείωση στο επιβατηγό αεροσκάφος του. Μια δυναμική περιπέτεια με πρωταγωνιστή τον Τζέραρντ Μπάτλερ.

«Επίδοξοι κληρονόμοι» (The estate) του Ντιν Γκρεγκ: Η Μέρσι και η Σαβάνα μπορεί να μην έχουν πολλά, αλλά έχουν το τέλειο σχέδιο. Με μια ετοιμόρροπη καφετέρια στα όρια της εξαφάνισης και τις ζωές τους στάσιμες, οι δύο αδερφές συνωμοτούν ενάντια στην ετοιμοθάνατη, πλούσια θεία τους με την ελπίδα να πάρουν την κληρονομιά της. Αλλά, όπως θα διαπιστώσουν σύντομα, δεν είναι οι μόνες στην οικογένεια με παρόμοιο σχέδιο.

«Μπελ: Ο Δράκος κι η Πριγκίπισσα» (Belle) του Μαμόρου Χοσόντα: Η Σούζου είναι ένα ντροπαλό, καθημερινό κορίτσι γυμνασίου που ζει σε ένα χωριό. Για χρόνια ήταν η σκιά τού εαυτού της. Μα, όταν μπαίνει στο «U», έναν απίστευτο εικονικό κόσμο, δραπετεύει στην διαδικτυακή της περσόνα, την Μπελ, μια πανέμορφη παγκοσμίου βεληνεκούς τραγουδίστρια. Μία μέρα, η συναυλία της διακόπτεται από ένα τερατώδες πλάσμα που κυνηγούν αυτόκλητοι τιμωροί. Καθώς το κυνήγι θεριεύει, η Σούζου ξεκινά ένα επικό ταξίδι αναζήτησης της ταυτότητας αυτού τού μυστηριώδους «τέρατος» και να ανακαλύψει την αληθινή της ταυτότητα σε έναν κόσμο, όπου μπορείς να είσαι οποιοσδήποτε.

                                                                                  Σινεφίλ

Σχολιάστε

Δεν υπάρχουν σχόλια.

Comments RSS TrackBack Identifier URI

Σχολιάστε